ΙΣΤΟΡΙΑ

ΑΙΤΩΛΙΑ και ΑΚΑΡΝΑΝΙΑ: ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ - ΙΣΤΟΡΙΑ
Με όλες τις ιστορικές περιόδους, στη χώρα μας ο ανθρώπινος πολιτισμός αναπτύχθηκε σε άμεση γειτνίαση με τους υγρότοπους και τις πεδινές εκτάσεις. Οι μεγάλες πόλεις, οι πιο σημαντικοί πολιτισμοί, οι πιο αιματηρές διεκδικήσεις έγιναν στην πεδινή ζώνη. Η ορεινή ζώνη, φειδωλή σε πόρους και συνδεδεμένη με προβλήματα στην οίκηση και την επικοινωνία, έχει μικρή ανθρώπινη παρουσία στις ειρηνικές περιόδους.
Απόλυτα εναρμονισμένη με την πιο πάνω διαπίστωση, η Αιτωλοακαρνανία, παρ' όλη την απέραντη ορεινή ζώνη της, είδε την πρώτη οργανωμένη ανθρώπινη δραστηριότητα να εμφανίζεται στην περιοχή του Μεσολογγίου και στις προσχωσιγενείς ζώνες του κάτω ρου του Αχελώου.

Ο Αχελώος, άλλωστε, ήταν πλωτός κοντά στις εκβολές του και μία από τις σημαντικότερες αιτωλικές πολιτείες, οι Οινιάδες, ιδρύθηκε και αναπτύχθηκε κοντά στις όχθες του. Η αφθονία βραχωδών εξάρσεων μέσα στις πεδινές ζώνες διευκόλυνε την εγκατάσταση οχυρών και τη διατήρηση των οικισμών στις παραποτάμιες εκτάσεις.

Οι ασχολίες των πρώτων κατοίκων της Αιτωλοακαρνανίας, όπως και αλλού, ήταν το κυνήγι, που στην αρχαία εποχή πρέπει να ήταν άφθονο, και η αλιεία στις πλούσιες αβαθείς θάλασσες της περιοχής. Στην πρώιμη περίοδο οργάνωσης της παραγωγής, τον κύριο λόγο είχαν η κτηνοτροφία και η καλλιέργεια των δημητριακών, της αμπέλου και της ελιάς.

Κατά τη διάρκεια της αρχαιότητας, οι οικισμοί στην Αιτωλία συγκεντρώθηκαν κυρίως γύρω από τη λίμνη Τριχωνίδα (Φύταιο, Τριχώνιο, Βουκάτιο, Θέστιο, Θέρμο) και στα νότια παράλια προς τον Κορινθιακό κόλπο (Πλευρών, Καλυδών, Χαλκίς, Μακύνεια, Μολύκρειο).

Στην Ακαρνανία τα οικιστικά κέντρα βρίσκονταν στη δυτική προς το Ιόνιο παραλία (Σόλιο, Αστακός, Πάλαιρος, Αλυζία), στα παράλια του Αμβρακικού κόλπου (Ανακτόριο, Θύρρειο, Εχίνος) και περί τον Αχελώο και τις εκβολές του (Στράτος, Οινιάδες, Κόροντα). Στο στενό της Λευκάδας, οι Κορίνθιοι αποικιστές κατασκεύασαν θαλάσσιο δίαυλο, με σκοπό να βελτιώσουν την επικοινωνία του βόρειου Ιονίου πελάγους με τον Πατραϊκό κόλπο.

Το κανάλι απέκοψε το σημερινό νησί από την Αιτωλοακαρνανία, με την οποία ενωνόταν με μια σειρά από βάλτους και νησίδες. Με τη διαμόρφωση και την ισχυροποίηση της Αιτωλικής Συμπολιτείας, οι οχυρώσεις και τα τειχίσματα που περιφρουρούσαν τη χώρα έγιναν ταυτόχρονα και οικισμοί που συσπείρωσαν πληθυσμούς από τις γύρω πεδινές εκτάσεις.

Οι Ακαρνανικές πολιτείες δέχτηκαν αφενός την επίδραση εποικισμού στα παράλια και αφετέρου εξελίχθηκαν ή παρήκμασαν ακολουθώντας την ιστορική μοίρα, άλλοτε συμμαχώντας και άλλοτε υπαγόμενες στις δυνάμεις των Ηπειρωτών, των Αιτωλών και, τέλος, των Ρωμαίων. Οι πρώτοι δρόμοι ακολουθούσαν τα σημερινά περάσματα, αλλά έμεναν κοντά στην παράλια ζώνη και κατά μήκος των ποταμών.

Η ίδρυση της Νικόπολης το 30 π.Χ. είναι σημαντικό γεγονός για την κατανομή των πληθυσμών και την οικονομία σε ολόκληρη την Αιτωλοακαρνανία: η μετοίκηση είναι υποχρεωτική για τη γύρω περιοχή, αλλά και πολλοί Αιτωλοί συρρέουν στη νέα πόλη σε αναζήτηση καλύτερης τύχης. Ο Στράβων, αναφερόμενος στην πυκνότητα του πληθυσμού της Αιτωλοακαρνανίας στα μέσα του 1ου αιώνα, την ονομάζει «ερημιά». Από την άλλη μεριά σημαντικό μέρος του πληθυσμού των ανατολικών πόλεων κατέφυγε στην Άμφισσα.

Επί Τραϊανού ολόκληρη η Ακαρνανία υπάγεται στην αυτοκρατορική επαρχία της Ηπείρου, που έχει έδρα τη Νικόπολη. Αργότερα, η Νικόπολη ανακηρύσσεται έδρα της επαρχίας Παλαιάς Ηπείρου από τον Διοκλητιανό, στην οποία περιλαμβάνεται και η σημερινή Αιτωλοακαρνανία. Έκτοτε η Αιτωλοακαρνανία ακολουθεί τις τύχες της βυζαντινής αυτοκρατορίας, στην οποία ανήκει. Η συνέχεια της κατοίκησης στη βυζαντινή περίοδο ανιχνεύεται μέσα από μνημεία-καθρέπτες της οικιστικής και οικονομικής οργάνωσης.

Οι κύριοι οικισμοί στη ρωμαϊκή περίοδο είναι το Ανακτόριο, ο Στράτος, οι «νέες» Οινιάδες, η Πάλαιρος, η Αλυζία, η Καλυδών, το Αμφιλοχικό Αργός, το Θύρρειο, η Πλευρών, το Τριχώνιο. Η πρώιμη βυζαντινή περίοδος χαρακτηρίζεται από την ειρηνική διείσδυση των Σλάβων και τη διασπορά τους στο πεδινό και ημιορεινό χώρο. Αργότερα, οι Βλάχοι και οι Αλβανοί συνεισφέρουν στη διαμόρφωση ενός μωσαϊκού οικισμών.
 
Στην πρώιμη βυζαντινή περίοδο, το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού συγκεντρώνεται σε λίγες μεγάλες πόλεις. Μικρότεροι πυρήνες οικιστικής και οικονομικής δραστηριότητας αποτελούν τα μοναστήρια, πολλά από τα οποία αναπτύσσονται σε νέες θέσεις, μακριά από τα υφιστάμενα αστικά κέντρα (μοναστηριακά συγκροτήματα Κλόκοβας, Βαράσοβας και Αράκυνθου). Στη μέση και νεώτερη βυζαντινή περίοδο νέοι πυρήνες αναπτύσσονται στους οικισμούς Σταμνά, Κατοχή, Παλαιοκατούνα, Αγγελόκαστρο, Πρεβέντζα.

Οι σημαντικότερες πόλεις της παλαιότερης και νεώτερης βυζαντινής περιόδου είναι το Αγγελόκαστρο (σημαντική πόλη του κράτους της Ηπείρου), η Καβουρολίμνη (Κάτω Βασιλική) και η Ναύπακτος (που διατήρησε το όνομα Έπαχτος στην περίοδο αυτή). Πολύτιμες πληροφορίες για το σύστημα οικιστικής οργάνωσης παίρνουμε από τον τρόπο οργάνωσης των εκκλησιαστικών δομών εξουσίας (Επισκοπή Μάστρου, Όχθια, Επισκοπή Ευρυτανίας). Το δίκτυο επικοινωνιών στην περίοδο αυτή αποτελεί εξέλιξη του αρχαίου δικτύου που καθορίζεται και από τη θέση των νέων πόλεων και των αμυντικών κατασκευών.

Τα περισσότερα στοιχεία, τόσο μέσα από τα κείμενα όσο και από τα σημάδια που διαβάζουμε στο τοπίο, τα έχουμε για την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Η διάταξη των οικισμών και η προσαρμογή του συστήματος παραγωγής στις δυνατότητες και τους περιορισμούς του ορεινού ανάγλυφου που, πέρα από την παροχή καταφυγίου, είχε λιγοστές άλλες χάρες, μαρτυρούν μια ιδιαίτερα καλή γνώση της λειτουργίας του ανάγλυφου και των δυνατοτήτων των πόρων.

Κατά την πρώιμη περίοδο της Τουρκοκρατίας, τα οινοπαραγωγικά αμπέλια ήδη κάλυπταν μεγάλες εκτάσεις σε πεζούλες στο Βάλτο, το Ξηρόμερο, τον Αράκυνθο, τα χωριά του Απόκουρου και της Ναυπακτίας και στις υπώρειες των Ακαρνανικών ορέων και τις πέριξ του Αμβρακικού ήπιες πλαγιές. Το κρασί από την Αιτωλία ήταν φημισμένο και αναφέρεται ότι ο Αλή Πασάς προμηθευόταν κρασί από τη Μπαμπίνη. Ωστόσο, η φορολογία και οι μικρές αποδόσεις αποθάρρυναν την εμπορευματοποίηση του προϊόντος, προσανατολίζοντας την παραγωγή προς την αυτοκατανάλωση.

Αντίθετα, η σταφίδα αποτέλεσε ένα από τα βασικά εξαγωγικά προϊόντα της Αιτωλοακαρνανίας.
Η σταφιδοκαλλιέργεια εισήχθη στα Επτάνησα το 16ο αιώνα από την Πελοπόννησο και αποτέλεσε βασικό στοιχείο της οικονομίας τους, με δεδομένη και τη θέση τους στους θαλάσσιους εμπορικούς δρόμους. Η πορεία της σταφίδας ήταν σχετικά σύντομη στα Ιόνια, λόγω σύγκρουσης της εμπορικής πολιτικής της Αγγλίας και της Βενετίας, και ήδη από το δεύτερο μισό του 17ου αιώνα ο συνδυασμός δημογραφικής, κοινωνικής και οικονομικής κρίσης στα Επτάνησα συμπίπτει με την ενίσχυση της σταφιδοπαραγωγής στην Πελοπόννησο και την Αιτωλοακαρνανία. Η κορινθιακή σταφίδα, που ευδοκιμεί στα πεδινά εδάφη, διαδόθηκε στην περιοχή Μεσολογγίου-Αιτωλικού
 ..................................................................................................................
ΑΓΡΙΝΙΟ: ΜΑΡΤΥΡΙΚΗ ΠΟΛΗ.....

ΕΝΑ ΧΡΟΝΟ ΜΕΤΑ...ΤΟΝ ΑΠΡΙΛΙΟ ΤΟΥ 1945

Εφημερίδα "ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΛΑΟΥ"... ένα χρόνο μετά.
1945

Ένα χρόνο μετά τη δραματική εκείνη Μεγάλη Παρασκευή του 1944 στην Αγρινιώτικη εφημερίδα της εποχής εκείνης "Φωνή του λαού" δημοσιεύτηκε το παρακάτω κείμενο με μαρτυρίες από το σκηνικό της εκτέλεση των 120:
Η εκτέλεση των 120
"Πέρασε ένας χρόνος από τη δραματική εκείνη Μεγάλη Παρασκευή, θυσία στο βωμό της λευτεριάς της Πατρίδας. Ό,τι ιερότερο και καλλίτερο έχει ο ελληνικός λαός.
Το Αγρίνιο πρόσφερε στην ιστορία της αγωνιζόμενης Ελλάδας το ολοκαύτωμα των 120 δολοφονημένων παιδιών του. Ποιος θα μπορέσει ποτέ να περιγράψει σ" όλη της την έκταση, τη φρίκη της ημέρας;
Σας μεταφέρουμε εδώ απλές αφηγήσεις για τα γεγονότα της Μεγ. Παρασκευής όπως τα διηγήθηκαν φυλακισμένοι, αυτόπτες μάρτυρες και τσολιάδες ακόμη.
Στις φυλακές της Αγίας Τριάδας
Το βράδυ της Μεγ. Πέμπτης, λέει ο κρατούμενος Θαν. Καλ..., η φρουρά των φυλακών της Αγ. Τριάδας δυνάμωσε αρκετά. Από μέρες διαδίδονταν πως για το σαμποτάζ της Σταμνάς θα εκτελούνταν σ' αντίποινα 160 κρατούμενοι ή 120. Μας καθησύχαζαν όμως απ' έξω κι' είχαμε πιστέψει πως θα γλυτώναμε. Τα ξαφνικά αυτά μέτρα άρχισαν να μας ανησυχούν.
Κρύος ιδρώτας μας περιέλουσε όλους, όταν αργότερα τη νύχτα ακούσαμε δίπλα στις φυλακές τα γκαπ-γκουπ των σκαφτιάδων που έσκαφταν.
 -Φτιάχνουν λάκκους, διαδόθηκε σαν αστραπή ανάμεσα μας.
 Ύστερα από λίγο ο γδούπος των τσαπιών απομακρύνθηκε. Το έδαφος μπροστά στις φυλακές ήταν σκληρό και άρχισαν να φτιάχνουν τους λάκκους στο χωράφι του Σούλου. Πέσαμε να κοιμηθούμε. Οι πιο θαρραλέοι φώναζαν πως δεν είναι τίποτα. Στοιβαγμένοι μέσα στους απαίσιους θαλάμους της φυλακής κρατούσαμε όλοι την ανάσα μας, 450 άνθρωποι κλεισμένοι σ' ένα κλουβί. Πόσοι από μας θα ζούσαν αύριο; Πόσους θα εκτελούσαν; Ποιους;
Με τα μάτια ορθάνοιχτα μέσα στο σκοτάδι, 450 άνθρωποι ζούσαμε με το απαίσιο αίσθημα της επιθανάτιας αγωνίας. Είμασταν όλοι γεροί. Υγιείς, ζωντανοί άνθρωποι. Όμως κανένας μας δεν μπορούσε ν' αντιδράσει στο θάνατο που έρχονταν, που έμπαινε μέσα μας με τους υπόκωφους γδούπους των τσαπιών που έσκαβαν τους λάκκους μας τη νύχτα. 
Στις 4.45 το πρωί ο Γερμανός αρχιφύλακας λοχίας Καρλ Βέρνερ με τη φρουρά των τσολιάδων μπήκε στη φυλακή και φώναξε τρία ονόματα:
 -Αναστασιάδης, Σαλάκος, Σούλος.
 Προχώρησαν παλικαρίσια. Καμμιά λιποψυχία.
 -Γεια σας, παιδιά. Χαιρετισμούς στους δικούς μας. θα νικήσουμε, ήταν τα τελευταία τους λόγια.
Με σπρωξίματα οι τσολιάδες τους έσπρωξαν σ' ένα αυτοκίνητο και τους πήραν. 
Σε λίγο γύρισε ο αρχιφύλακας των τσολιάδων και διέταξε τους κρατούμενους να ντυθούν όλοι και νάναι έτοιμοι. Προηγούμενα τους είχε διατάξει να γδυθούν όλοι και να μείνουν με τα εσωτερικά παντελόνια.
Στις 6 π.μ. κατέφτασε πάλι ο λοχίας Βέρνερ με τη φρουρά των τσολιάδων και διέταξε όλους να κατεβούν στο προαύλιο και να μπουν στη γραμμή. Εκεί ήταν δύο αξιωματικοί των Ες-Ες και ο υπολοχαγός των τσολιάδων Μπλέσσας, σύνδεσμος των Γερμανών.
Ο ένας Γερμανός αξιωματικός άρχισε να φωνάζει τον κατάλογο και μόλις συμπληρώθηκε η πρώτη δεκάδα ο τσολιάς υπολοχαγός διέταξε απόσπασμα τσολιάδων να τους πάνε 
-Εκεί!! που ξέρουν...
Και συνεχίστηκε η εκφώνηση των ονομάτων. Εκείνη τη στιγμή ακούστηκαν οι πυροβολισμοί. 
Το απόσπασμα ξαναγύρισε για να παραλάβει τη δεύτερη δεκάδα και ούτω καθεξής.
Ο τσολιάς υπολοχαγός τους έκανε με μια σατανική απάθεια παρατηρήσεις γιατί αργούσαν.
Κοίταξα τους συγκρατούμενούς μου. Ήταν όλοι κάτωχροι. Μέσα στα μάτια τους όμως άστραφτε η αποφασιστικότητα και ένα θανάσιμο μίσος ανάμικτο με αηδιαστική περιφρόνηση για τους προδότες. Άμα τελείωσε η εκτέλεση διέταξαν τους υπολοίπους να μπουν μέσα στη φυλακή. 
Οι Γερμανοί και ο τσολιάς υπολοχαγός αφού επιθεώρησαν τον ομαδικό τάφο, όπου κείτονταν 117 κουφάρια παλικαριών και μια γυναίκα, η Κατίνα Χατζάρα, γύρισαν στις φυλακές όπου ο τσολιάς υπολοχαγός μίλησε στους κρατουμένους εξυμνώντας το έργο των Γερμανών!!! και των τσολιάδων!!!

Ύστερα από κάμποση ώρα ακούσαμε απ' έξω τους θρήνους των πρώτων συγγενών που κατάφθαναν και μάθαιναν την εκτέλεση των δικών τους. Οι τσολιάδες τους απαγόρευαν με τη ξιφολόγχη να πλησιάσουν.
 
Στην κεντρική πλατεία
Στην πλατεία Μπέλλου διαδραματίζονταν στο μεταξύ άλλες φριχτές στιγμές. Αυτόπτης μάρτυρας διηγείται:
Στο μισοσκόταδο άκουσα τον θόρυβο ενός αυτοκινήτου που σταμάτησε στην Πλατεία. Άκουσα ακόμα μερικές γερμανικές ομιλίες, που ύστερα απομακρύνθηκαν και φωνές τσολιάδων. Στο βάθος της πλατείας είδα να κινούνται μερικοί τσολιάδες γύρω από τις δύο κολώνες. Δεν κατάλαβα περί τίνος επρόκειτο. 
Πνιχτές άναρθρες φωνές που ακούστηκαν κατόπιν δεν μου άφησαν καμμιά αμφιβολία γι' αυτό που γινόταν: Κρεμούσαν το Σούλο και τον Αναστασιάδη. 
Τον απαγχονισμό του μακαρίτη Σαλάκου τον παρακολούθησα από σιμά.
Επί κεφαλής του αποσπάσματος ήταν ο περίφημος δήμιος επιλοχίας και έπειτα ανθυπολοχαγός του Τάγματος Ασφαλείας Γεωργόπουλος.
Όταν ετοίμαζαν τη θηλειά ο  Σαλάκος φώναζε:
 -Θα μ' εκδικηθεί ο λαός του Αγρινίου. Ζήτω το ΕΑΜ.
 Με φρίκη άκουσα το Γεωργόπουλο να απαντάει με θηριωδία. 
-Σκάσε παλιοκάθαρμα! και τράβηξε το σκαμνί απ' τα πόδια του θύματος. 
 Οι άλλοι τσολιάδες έστρεψαν τα νώτα τους προς την κολώνα για να μη βλέπουν. Απόστρεψα με φρίκη το πρόσωπο και δεν μπόρεσα να συγκρατήσω το παράπονο που μ' έπνιγε.
Έβρεχε εκείνο το τραγικό πρωί της Μεγ. Παρασκευής. Ο ουρανός ήταν κατασκότεινος. Από πολύ νωρίς οι καμπάνες άρχισαν να χτυπούν πένθιμα θρηνώντας τον Εσταυρωμένο Ιησού. Δεν έβλεπες ψυχή στο δρόμο. Και ξαφνικά ακούστηκαν οι ριπές των πολυβόλων. Σαν αστραπή διαδόθηκε πως στην πλατεία έχουν κρεμάσει τρεις. Γυναίκες, παιδιά, γέροντες, νέοι άρχισαν να τρέχουν στους δρόμους έξαλλοι. Μέσα στα μάτια τους έβλεπες έκδηλο τον τρόμο και τη φρίκη.
Έβλεπες γνωστούς σου που σε κυττούσαν με αλλόφρονα βλέμματα και δεν τολμούσαν να σου πουν λέξη. 
Σ' απόμερα σταυροδρόμια άνδρες και γυναίκες έκλαιγαν στα κρυφά, χαροκαμένες μανάδες τραβούσαν τα μαλλιά τους και χτυπούσαν τα κεφάλια τους στους τοίχους. Βουβός, πνιχτός, ανάμικτος με ένα θανάσιμο ανάθεμα για τους δολοφόνους ανέβαινε από ολόκληρη τη πόλη ο θρήνος για τα 120 αδικοχαμένα παλικάρια της.
Οι κρεμασμένοι έμειναν εκεί όλη τη Μεγ. Παρασκευή και το πρωί του Μεγ. Σαββάτου.
Έγινε η αποκαθήλωση του Χριστού, ο ενταφιασμός του, η χαρμόσυνη Ανάσταση. 
Σάββατο κι αυτοί έμειναν εκεί κρεμασμένοι. Μόλις το μεσημέρι τους ξεκρέμασαν απ' το σταυρό του δικού τους μαρτυρίου και τους έθαψαν μαζί με τους άλλους».

ΚΑΜΜΕΝΟΣ - ΑΓΡΙΝΙΟ-ΥΠΟΔΗΜΑΤΑ